Για να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα των γεγονότων που εκτυλίσσονται στην Αίγυπτο, πρέπει να εξετάσουμε τη δυναμική πίσω από τις θέσεις των εμπλεκόμενων μερών. Παρά τα όσα λέγονται, κανείς δεν είναι όμως σε θέση σήμερα να προβλέψει, που και πώς θα καταλήξει η αναταραχή που επικρατεί, στον αραβικό κόσμο. Μερικοί υποστηρίζουν ότι τα γεγονότα στην Τυνησία και την Αίγυπτο είναι κατευθυνόμενα για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Το πιθανότερο είναι ότι οι μάζες ξέσπασαν και τώρα διάφορα «κέντρα» αποφάσεων τρέχουν να ελέγξουν τις ζημιές. Η ανέχεια, η εκτεταμένη διαφθορά, η ανικανότητα και ο αυταρ- χισμός των καθεστώτων ξεπέρασαν τα όρια αντοχής των πολιτών. Η κοινή γλώσσα, η κοινή κουλτούρα και η κοινή θρησκεία, σε συνδυασμό με το δεδομένο ότι οι αραβικοί λαοί νιώθουν εδώ και πολλά χρόνια ταπεινωμένοι, δημιουργούν τον κίνδυνο του «ντόμινο». Αν οι ταραχές καταλήξουν σε εγκαθίδρυση ριζο- σπαστικών ισλαμικών καθεστώτων, οι γεωστρατηγικές και οικονομικές επιπτώσεις θα είναι πολύ σοβαρές και θα έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο. Το πιό ακραίο σενάριο σε μια τέτοια περίπτωση περιλαμβάνει και το ενδεχόμενο πολεμικών συρράξεων.
Επ' ευκαιρία των γεγονότων στην Αίγυπτο, δεν θα μπρούσαμε να μην αναφερθούμε και στους Έλληνες που κατοικούν στην Αίγυπτο. «Eίπες: «Θα πάγω σ' άλλη γη, θα πάγω σε άλλη θάλασσα. Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή. Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή· κ' είν' η καρδιά μου – σαν νεκρός - θαμένη». Οι παραπάνω στίχοι από το ποίημα η Πόλις του Κων- σταντίνου Καβάφη γύριζαν ξανά και ξανά στο μυαλό αιγυπτιώτη Έλληνα όταν ετοίμαζε δυο τρεις αλλαξιές ρούχα για να έρθει λίγες μέρες στην Ελλάδα, μέχρι να περάσει η «μπόρα» από τις διαδηλώσεις στο Κάιρο. Είχε κλείσει εισιτήριο για να επιστρέψει με την τακτική πτήση προς Αθήνα. «Να επιστρέψω που;» Αναρωτήθηκε. «Η πατρίδα μου είναι εδώ στην Αίγυπτο. Εδώ γεννήθηκα, εδώ γεννήθηκαν τα παιδιά μου και τα παιδιά των παιδιών μου. Εδώ έζησα χαρές και λύπες». Τα μάτια του άρχισαν να βουρκώνουν. «Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις. εν θα βρεις άλλες θάλασσες. Η πόλις θα σε ακολουθεί...», άρχισε να ψιθυρίζει. Τηλεφώνησε στον φίλο του (επίσης αιγυπτιώτη Έλληνα), άρχισε να τρέμει: «Δεν μπορώ να φύγω», ήταν τα δύο τρία λόγια που κατάφερε να ψελλίσει.
Μια γλυκόπικρη γεύση χαρίζει η Αλεξάνδρεια στα έργα όσων σήμερα καταγίνονται με την ιστορία του ελληνισμού σε αυτή την πόλη αλλά και στα άλλα ελληνικά κέντρα της Αιγύπτου. Οι αναμνήσεις είναι ακόμη έντονες, αφού η απώλεια του μεγαλείου της Αλεξάνδρειας υπήρξε πρόσφατη, μόλις μετά τη δεκαετία του '70. Ο αιγυπτιώτικος ελληνισμός βίωσε πια «μια συρρίκνωση σε βαθμό επώδυνο», κατά την προσωπική εμπειρία του κ. Χατζηφώτη, «μια νέα μικρασιατική καταστροφή».
Στα βάθη των αιώνων, στην εποχή ακόμη των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ανάγεται η ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο, η οποία πέρασε από ποικίλες διακυμάνσεις: από τους Ελληνιστικούς Χρόνους, όταν οι βασιλιάδες της δυναστείας των Πτολεμαίων, είχαν ελληνική καταγωγή και συνείδηση, μέχρι τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Περίοδο, όταν τα ελληνικά συνέχισαν να είναι η επίσημη γλώσσα (για περίπου 1000 χρόνια, συνολικά) μέχρι τους 'Αραβες του 7ου αιώνα μ.Χ., σύμφωνα με μαρτυρίες ιστορικών. Η εγκατάσταση Ελλήνων στην Αίγυπτο, πριν από το 19ο αιώνα, ήταν μεμονωμένη. Τρία ήσαν τα μεταναστευτικά ρεύματα των Ελλήνων προς την Αίγυπτο: α) κατά την Τουρκοκρατία ιδίως από το 1800, β) μετά το 1897 και γ) ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922.
Η άσχημη οικονομική κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, τότε που η χώρα μας έκανε τα πρώτα της βήματα ως ανεξάρτητο κράτος, ύστερα από τη νικηφόρα επανάσταση του 1821, έκανε μεγάλο αριθμό Ελλήνων να εγκατασταθούν στην Αίγυπτο. Και στην επιλογή τους αυτή, φαίνεται ότι βοήθησαν και τα ευεργετικά μέτρα που είχε λάβει ο για μία τεσσαρακονταετία διοικητής της Αιγύπτου, Μωχάμετ Άλι, προσπαθώντας να ενθαρρύνει την εγκατάσταση ξένων εμπόρων. Ο Μωχάμετ Άλι, τουρκαλβανός από την Καβάλα, διοίκησε την Αίγυπτο από το 1805 ως το 1848 και κατά την περίοδο που άρχισαν να εγκαθίστανται ομαδικά οι Έλληνες στην επικράτειά του, είχε αρχίσει μία διαδικασία ανεξαρτητοποίησης της Αιγύπτου από τον Σουλτάνο. Και στο πλαίσιο αυτό, δεν εμπόδισε τις δραστηριότητες των Αιγυπτιωτών Ελλήνων προς υποστήριξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της Ελλάδος.
Έτσι, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, όταν το Μάϊο του 1820 έφτασε στην Αίγυπτο αξιωματικός της Φιλικής Εταιρείας, για να μυήσει και να οργανώσει τους Έλληνες της Αιγύπτου, ο Μωχάμετ Άλι, παρ΄ ότι πληροφορήθηκε το σκοπό της επίσκεψής του, δεν εμπόδισε το έργο του. Υπάρχει και μία άλλη παράμετρος που εξηγεί την ελληνική μετανάστευση στην Αίγυπτο. Σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία, μετά την πτώση του Μεσολογγίου και την κατοχή της Πελοποννήσου από αιγυπτιακά στρατεύματα, περίπου 12.000 γυναικόπαιδα, αλλά και αρκετοί άνδρες, πουλήθηκαν σε παζάρια της Αιγύπτου και της Μέσης Ανατολής. «Οι δούλοι αυτοί, είτε εξαφανίστηκαν, είτε αποτέλεσαν τον πυρήνα για την ανάπτυξη τω ν ελληνικών παροικιών της Αιγύπτου τον 19ο αιώνα» (Ευθ. Σουλογιάννης). Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο συνολικός αριθμός των Ελλήνων στην Αίγυπτο έφθασε -ίσως και να ξεπέρασε- τις 180.000. Σε μια πρώτη, επίσημη απογραφή της Αιγύπτου, το 1907, «οι κατέχοντες επισήμως την ελληνική υπηκοότητα κάτοικοι της χώρας ανέρχονταν σε 132.947, στους οποίους προστέθηκαν άλλες 40.000, προερχόμενοι από εδάφη υπό τουρκική κατοχή, και άλλες 30.000 μη αναγνωρισμένης υπηκοότητας, πλην ελληνόφωνοι.
Θα πρέπει, επίσης, να αναφερθεί ότι στο Σινά, και ειδικότερα στην Ιερά Μονή του Σινά της Αγίας Αικατερίνης, υπάρχουν και οι Βεδουίνοι Γκεμπελία, οι επονομαζόμενοι «Πόντιοι της Ερήμου», που είναι από τις αρχαιότερες φυλές και συνδέθηκαν με το Μοναστήρι. Μιλάνε ελληνικά, και παρ΄ ότι εξισλαμισθέντες, διατηρούν ακόμη πολλές χριστιανικές παραδόσεις. Η παρουσία τους ανάγεται στην εποχή του Ιουστινιανού, ο οποίος έκτισε το Μοναστήρι και εγκατέστησε τότε 200 οικογένειες Ελλήνων του Πόντου και της Αλεξάνδρειας για να υπερασπίζονται και να υπηρετούν τους μοναχούς. Με την πάροδο των αιώνων, ο πληθυσμός αυτός αναμείχθηκε με αραβικές φυλές, και εξισλαμίσθηκε περί τον 7ο-8ο αιώνα. Ποτέ, όμως, δεν έπαψαν να θεωρούν εαυτούς Ρωμιούς.
Εκεί που διέπρεψαν οι συμπατριώτες μας στην Αίγυπτο, ήταν οι τομείς του εμπορίου, της γεωργίας, της βιομηχανίας και των τραπεζών. Έμειναν στην ιστορία αρκετές ελληνικές οικογένειες που διέπρεψαν, όπως των αδελφών Τοσίτσα, Μπενάκη, Στουρνάρα, Αβέρωφ. Με προσπάθειες της οικογένειας Τοσίτσα, που είχε την επιστασία των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, λειτούργησε το πρώτο ελληνικό προξενείο στην Αλεξάνδρεια και στη συνέχεια στο Κάϊρο, στο Πορτ- Σάϊντ, τη Μανσούρα κ.α. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το 80% της αιγυπτιακής οικονομικής ζωής, κινούνταν από Έλληνες, οι οποίοι ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με τη βιομηχανία του βάμβακος, τη βαμβακοκαλλιέργεια, την αμπελουργία, την παραγωγή και εμπορία καπνού, τη βιομηχανία οινοπνευματωδών, το καπνεμπόριο κ.α. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι η πρώτη Τράπεζα στην Αίγυπτο, ήταν αυτή που δημιούργησε η οικογένεια Συναδινού με την επωνυμία «Αγγλο-Αιγυπτιακή Τράπεζα», ενώ από Έλληνες δημιουργήθηκαν και η «Τράπεζα της Αλεξανδρείας» καθώς και η «Γενική Τράπεζα της Αλεξάνδρειας».
Είναι γνωστή, εξάλλου, η πνευματική ακμαιότητα του ελληνισμού της Αιγύπτου εκείνη την περίοδο, η σημαντική πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία. Πολλά θέατρα και κινηματογράφοι ήταν ελληνικά, ενώ το 1860 εκδόθηκε και το πρώτο περιοδικό έντυπο στα ελληνικά, για να ακολουθήσουν αμέσως μετά πολλά περιοδικά, όπως τα «Γράμματα» και η «Νέα Ζωή». Η πνευματική ζωή των Αιγυπτιωτών Ελλήνων, φώτιζε και την μητροπολιτική Ελλάδα, με κορυφαίο το μεγάλο Κωνσταντίνο Καβάφη, ενώ υ- πήρξαν και πολλοί άλλοι διανοούμενοι, όπως ο πεζογράφος Νίκος Νικολαΐδης, ο Στρατής Τσίρκας, η Μαρία Ιορδανίδου. Επίσης, καλλιτεχνικοί δημιουργοί, όπως ο ζωγράφος Κ. Παρθένης ο γλύπτης Α. Λαζαρίδης, στο χώρο της μουσικής ο Μάνος Λοΐζος κλπ.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει από Έλληνες, εντός Αιγύπτου, αρκετές επενδύσεις σε διάφορους τομείς με σημαντικά αποτελέσματα και πολύ θετικές προοπτικές. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο όμιλος Βαρδινογιάννη, ο οποίος επιχειρεί και γεωτρήσεις για πετρέλαιο και ο ιδιοκτήτης της Χαρτοποιίας Θράκης, κ. Ζερίτης.
Περίπου 3.800 Έλληνες ζουν σήμερα στην Αίγυπτο, κυρίως στην Αλεξάνδρεια, το Κάιρο, αλλά και την Ισμαηλία και το Πορτ-Σαΐντ, όπου υπάρχουν οργανωμένες ελληνικές κοινότητες, όπως και μεμονωμένα άτομα στο Σινά και την Άνω Αίγυπτο. Οι Ελληνικές Κοινότητες κατέχουν, σήμερα, σημαντικότατα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία προσπαθούν να εκμεταλλευτούν, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ενώ προβαίνουν σε σημαντικές για την παροικιακή ζωή εκδηλώσεις, οι οποίες κρατούν υψηλό το ηθικό και το πνεύμα των ομογενών.
Δεν είναι η πρώτη φορά δυστυχώς, που οι Έλληνες Ομογενείς αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα του Νείλου και των Πυραμίδων, στην οποία όπως φαίνεται, οι Φαραώ δεν έπαψαν ποτέ να κυβερνούν. Μοιραίο έτος για την παροικιακή διάλυση υπήρξε το 1952, όταν ο Νάσσερ, ανέλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία, στις 23 Ιουλίου, εξορίζοντας τον βασιλιά Φαρούκ και δημιουργώντας ένα αστυνομευόμενο κράτος. Το 1956 ανακοίνωσε το νέο Σύνταγμα, σύμφωνα με το οποίο η Αίγυπτος γινόταν σοσιαλιστικό αραβικό κράτος με μονοκομματικό πολιτικό σύστημα και επίσημη θρησκεία τον ισλαμισμό. Από το σημείο αυτό και μετά αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τον ελληνισμό της Αιγύπτου. Ο δικτάτορας προσπαθεί να απαλλαγεί από τις ξένες μειονότητες, θέλοντας να ενισχύσει το αμιγές αραβικό στοιχείο του κράτους, με σύνθημα: «Η Αίγυπτος ανήκει στους Αιγύπτιους». Στόχος του η εθνικοποίηση των περιουσιών τους, θεσπίζοντας παράλληλα μεταρρύθμιση βάσει της οποίας απαγορευόταν σε κάθε ιδιώτη να κατέχει πάνω από 104 εκτάρια γης.
Θύμα της ξενοφοβίας τότε, ο αιγυπτιώτης Ελληνισμός, παρά το γεγονός ότι συμπαραστάθηκε στην προσπάθεια της Αιγύπτου να απαλλαγεί από τη μοναρχία και τη βρετανική επιρροή, δεν εξαιρέθηκε από τα περιοριστικά μέτρα της νασερικής πολιτικής, όπως δικαιολογημένα προσδοκούσε. Τότε κανείς ίσως δεν είχε εκτιμήσει με πόση υπευθυνότητα και ευθυκρισία ο έλληνας πρέσβης στο Κάιρο Γ. Tριανταφυλλίδης προειδοποιούσε για την τύχη του Ελληνισμού και την «αρκούντως επισφαλή θέσιν του λόγω του κρα- τούντος αντιξενικού πνεύματος και της ξενοφοβίας » που ο ίδιος απέδιδε σ΄ ένα είδος «νεοπαγούς εθνικού σωβινισμού με βάθρον περισσόν θρησκευτικόν φανατισμόν».
Πράγματι, οι εθνικοποιήσεις, μεταξύ των οποίων και της βιομηχανίας βάμβακος, στην οποία διέπρεπαν οι Έλληνες, αλλά και σταδιακά όλων των υπόλοιπων κλάδων της Οικονομίας, κορυφώνονται μέσα στην δεκαετία 1955 – 1965, με αποτέλεσμα οι Ομογενείς, στερημένοι από τις περιουσίες τους, να εγκαταλείψουν ομαδικά την Αίγυπτο, άλλοι επαναπατριζόμενοι και άλλοι εγκαθιστάμενοι στη Νότια Αφρική, την Αυστραλία και την Αμερική. Στο διάστημα 1957-1962, το 70% των Αιγυπτιωτών Ελλήνων, εγκατέλειψαν τη χώρα.
Η Αίγυπτος είναι η μεγαλύτερη σε πληθυσμό αραβική χώρα, η γεωγραφική της θέση είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς ελέγχει την διώρυγα του Σουέζ, η πολιτική και πολιτιστική επιρροή της στα άλλα αραβικά κράτη είναι μεγάλη. Επομένως, το αποτέλεσμα που θα προκύψει θα είναι αποφασιστικής σημασίας, όχι μόνο για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Γι’ αυτό άλλωστε η Δύση «βολευόταν» με τον «μετριοπαθή», όπως τον χαρακτήριζαν, Χόσνι Μουμπάρακ, ενώ η χώρα του μαράζωνε οικονομικά και βυθιζόταν στην παρακμή.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι αντιδράσεις των μεγάλων δυνάμεων στις εξεγέρσεις της Μέσης Ανατολής δεν καθορίζονται από την προσήλωσή τους στην αρχή της Δημοκρατίας, αλλά από τα στρατηγικά τους συμφέροντα και την ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ. Ο Μπαράκ Ομπάμα διάλεξε τον Μουμπάρακ και το Κάιρο, τον Ιούνιο του 2009, για να απευθύνει μήνυμα φιλίας στον αραβομουσουλμανικό κόσμο.
Με την επανάσταση που ξέσπασε πρόσφατα, έφυγαν από την Αλεξάνδρεια εκατόν ογδόντα Έλληνες. Μια καθόλου ευκαταφρόνητη περιουσία ωστόσο, τόσο της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου, όσο και της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξάνδρειας, παραμένει σε αιγυπτιακό έδαφος με άγνωστη τύχη, γιατί η αλήθεια είναι ότι οι επαναστάσεις στα αραβικά κράτη, κανείς δεν ξέρει τι αποτελέσματα θα φέρουν, για να μην αναφέρουμε τα ελληνικά ευαγή ιδρύματα (βακούφια) της Τουρκίας, που κατέληξαν στα χέρια του τουρκικού Δημοσίου.
Στην καρδιά του αραβικού κόσμου, ο Ελληνισμός της Αιγύπτου έζησε δόξες και δυσκολίες. Τα σημερινά γεγονότα και οι αλλαγές που προμηνύονται με τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων δεν μας αφήνει περιθώρια παρά να δούμε εάν γράφονται οι τελευταίες σελίδες του Ελληνισμού στην Αίγυπτο ολοκληρώνοντας το τελευταίο στάδιο της εξόδου ή θα υπερισχύσει το αισιόδοξο μήνυμα του προέδρου του ΣΑΕ όπως το έλαβα αρχές της εβδομάδας: «...είμαστε καλά, ζήσαμε και ζούμε δύσκολες ώρες και μέρες, ταυτόχρονα βιώνουμαι την αλλαγή της ιστορίας της Αιγύπτου, την αλλαγή του χάρτη στην Μέση Ανατολή. Ο Αιγυπτιακός λαός είναι ένας θαυμάσιος λαός που του αξίζει μια καλύτερη μεταχείριση, διεκδικεί την ισότητα, την δημοκρατία την ασφάλεια και ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά του. Είμαι αισιόδοξος ότι όλα θα πάνε καλά....!» «Προσωπικά θέλω να συμμετέχω, να ζω καθημερινά αυτά που γίνονται στην Αίγυπτο, η ζωή μου ανήκει στην Αίγυπτο, η ψυχή μου στην Ελλάδα» λέει ο κ. Στέφανος Ταμβάκης ο Αλεξανδρινός πρόεδρος του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού και μέλος του Δ.Σ του Ιδρύματος Ωνάση.